Πρέπει να μιλάμε στο παιδί για τα χρήματα;
Το να μιλά κάποιος στο παιδί του για χρήματα είναι φυσικά ένα ζήτημα πολύ προσωπικό, το οποίο εξαρτάται από τη σχέση του κάθε γονέα με το χρήμα. Παρ’ όλα αυτά, ακόμη κι όταν δε μιλάμε ανοικτά για τέτοια θέματα με το παιδί μας, το παιδί ακούει γι’ αυτά από πολύ μικρό, ιδίως στο σχολείο. Επιπλέον, είναι ασύμβατο με τις απαιτήσεις της σύγχρονης ζωής να θεωρούμε τα χρήματα ένα θέμα ταμπού.
Πώς μιλάμε στο παιδί για τα χρήματα;
– Να αποφεύγετε την αναφορά των ποσών του ενοικίου, των δόσεων του δανείου ή του μισθού σας. Αυτό δεν έχει κανένα ενδιαφέρον και δεν αφορά το παιδί. Η προσέγγιση λεπτών ζητημάτων με το παιδί δε σημαίνει ότι το πνίγετε με ένα σωρό εξηγήσεις, δύσκολες για εκείνο.
– Αφότου το παιδί γίνει περίπου πέντε ετών, μπορείτε να του εξηγήσετε ότι στη ζωή υπάρχουν ορισμένα πράγματα αναγκαία (το σπίτι, το φως, το νερό, το φαγητό…) και άλλα τα οποία κάνουν τη ζωή μας πιο ευχάριστη (οι διακοπές, τα ταξίδια, το σινεμά…). Όλα αυτά έχουν μια αξία. Για να τα αποκτήσει κανείς πρέπει να πληρώνει και για να πληρώνει χρειάζονται χρήματα. Τα χρήματα τα κερδίζουμε δουλεύοντας. Δουλεύουμε επειδή μας αρέσει η δουλειά που έχουμε διαλέξει αλλά κι επειδή πρέπει να κερδίζουμε χρήματα.
– Ακόμη, πρέπει οπωσδήποτε να εξηγήσουμε στο παιδί ότι όταν τύχει να δούμε ή βρούμε κάπου χρήματα (είτε μέσα στο σπίτι είτε έξω), δεν τα παίρνουμε. Σε μια τέτοια περίπτωση, το προτρέπουμε να βρει μια λύση για να τα επιστρέψει στον ιδιοκτήτη τους ή να τα χαρίσει σε κάποιον που τα χρειάζεται: σε μια φιλανθρωπική οργάνωση, έναν άστεγο κλπ. Θα πρέπει να είστε ξεκάθαροι όσον αφορά αυτά τα θέματα, ώστε να μπορέσει το παιδί να κατανοήσει ότι τα χρήματα κερδίζονται, δε φυτρώνουν.
Πότε πρέπει να μιλήσετε γι’ αυτό το θέμα
– Να αποφεύγετε τις συζητήσεις περί χρημάτων τις στιγμές που του αρνείστε κάτι στο σούπερ μάρκετ και το παιδί κυλιέται κάτω, ανάμεσα στα ράφια με τα παιχνίδια.
– Εκμεταλλευτείτε όμως ένα ανάλογο επεισόδιο για να του μιλήσετε σχετικά λίγο αργότερα, όταν το παιδί θα έχει ηρεμήσει. «Προηγουμένως, στο σούπερ μάρκετ σου αρνήθηκα εκείνο το παιχνίδι που ήθελες. Θέλω να μιλήσουμε γι’ αυτό. Το ξέρεις: δε μπορούμε να έχουμε οτιδήποτε επιθυμούμε. Έτσι είναι για όλο τον κόσμο. Ακόμα κι εγώ με το μπαμπά σου δεν μπορούμε να αγοράζουμε τα πάντα. Πρέπει να κάνουμε επιλογές». Και μη διστάζετε, χωρίς να δίνετε λεπτομερείς εξηγήσεις, να μιλάτε στο παιδί σας για τις επιλογές που κάνετε στη ζωή σας, πχ. να κάνετε λιγότερες μέρες διακοπές για να επισκευάσετε κάτι στο σπίτι.
Οι καιροί είναι δύσκολοι και πρέπει να περιορίσετε κάποια έξοδα;
– Μην προσποιείστε ότι δε συμβαίνει τίποτε για να προφυλάξετε το παιδί σας. Θα αισθανθεί την αγωνία σας χωρίς να γνωρίζει τον πραγματικό λόγο και ίσως νιώσει υπεύθυνο, το οποίο θα το κάνει νευρικό. Από την άλλη, ελλοχεύει ο κίνδυνος το παιδί να υποθέσει ότι η γενναιοδωρία σας έχει να κάνει με τη στιγμιαία σας διάθεση και όχι με την αντικειμενική παράμετρο του περιεχομένου του πορτοφολιού σας.
– Ένα παιδί μπορεί να κατανοήσει πολύ καλά μια απλή εξήγηση: «Αυτή την εποχή έχουμε λιγότερα χρήματα από ό, τι συνήθως. Γι’ αυτό φέτος δε θα πάμε διακοπές. Θα πάμε στο χωριό, στη γιαγιά, και θα μας κοστίσει λιγότερο. Παρ’ όλα αυτά, θα περάσουμε υπέροχα…». Είναι ανώφελο να γίνετε χίλια κομμάτια για να του προσφέρετε το ακριβό παιχνίδι που ζητά επίμονα. Οι υποχωρήσεις γίνονται από όλα τα μέλη της οικογένειας. Ακόμη, και τα παιδιά μπορούν να κάνουν επιλογές, πχ. καινούριο ποδήλατο ή χιπ χοπ κάθε εβδομάδα.
Μάθετε ΠερισσότεραΗ επίσκεψη στον ψυχολόγο είναι πράγματι ακριβή;
Στις μέρες μας, περισσότερο από άλλοτε, τίθεται επίκαιρο και φλέγον το ζήτημα του κόστους της επίσκεψης στον ψυχολόγο. Βέβαια, και πριν από την οικονομική κρίση όποτε έφτανε η συζήτηση στο θέμα αυτό ακούγαμε φράσεις όπως «αυτές είναι πολυτέλειες», «δεν υπάρχουν χρήματα για τέτοια», «οι ψυχολόγοι είναι πανάκριβοι» κλπ. Τα παραπάνω δείχνουν καθαρά ότι γενικά επικρατεί η πεποίθηση ότι η αναζήτηση ψυχολογικής υποστήριξης είναι ακριβή, απευθύνεται σε ανθρώπους εύπορους και είναι μάλλον περιττή. Η επίσκεψη στον ψυχολόγο, όμως, δεν έχει ειδικό κοινό, απευθύνεται σε όλους χωρίς οικονομικές, κοινωνικές ή άλλες διακρίσεις. Δε θα έπρεπε να τη διαφοροποιούμε στο νου μας από την υγεία και την παιδεία. Μέσα από την κατάλληλη ψυχολογική υποστήριξη ο άνθρωπος μπορεί να αποκτήσει καλύτερη ψυχική υγεία και πνευματική ανάπτυξη.
Η αλήθεια είναι ότι οι δημόσιες δομές που παρέχουν δωρεάν ψυχολογικές υπηρεσίες είναι αρκετά περιορισμένες, γεγονός το οποίο οφείλεται στην προβληματική πολιτική που ακολουθείται γενικά για τα θέματα δημόσιας υγείας στη χώρα μας. Όσον αφορά την παροχή των υπηρεσιών αυτών σε επίπεδο ιδιωτών ψυχολόγων, αρκετοί εκφράζουν σκεπτικισμό σχετικά με το αντίτιμο που καλείται κανείς να καταβάλλει.
Εννοείται ότι ο ψυχολόγος, όπως ο γιατρός και ο δάσκαλος, αμείβεται καθώς μέσα από την εργασία του κερδίζει τα προς το ζην. Η κοστολόγηση των προσφερόμενων υπηρεσιών εναπόκειται στην προσωπική κρίση του επαγγελματία, συνήθως όμως λαμβάνονται υπόψη τα δεδομένα του συγκεκριμένου επαγγελματικού χώρου. Πολλοί ψυχολόγοι, ειδικά αυτή την περίοδο, καθορίζουν την αμοιβή τους κατά περίπτωση, συνυπολογίζοντας την οικονομική δυνατότητα του ατόμου, τη συχνότητα των επισκέψεων και άλλους παράγοντες, καθιστώντας έτσι την κοστολόγηση λογική και εναρμονισμένη με την πραγματικότητα κάθε προσώπου.
Πέρα, όμως, από τις πραγματικές εξωτερικές συνθήκες, υπάρχουν σημαντικοί μηχανισμοί οι οποίοι επηρεάζουν τον τρόπο που αντιλαμβάνεται κανείς την παροχή ψυχολογικής βοήθειας και τη σχέση της με τα χρήματα. Συχνά κάποιος χρησιμοποιεί ως πρόσχημα τα χρήματα ώστε να αποτραπεί να προχωρήσει σε κάτι το οποίο, αν και αισθάνεται ότι χρειάζεται, την ίδια στιγμή τον φοβίζει καθώς είναι άγνωστο και προϋποθέτει αλλαγές, γεγονός που δημιουργεί ανασφάλεια και αβεβαιότητα. Σε αυτή την περίπτωση απαιτείται η συνειδητοποίηση ότι τα χρήματα διατίθενται αλλού από επιλογή και ότι η έλλειψη χρημάτων δεν αποτελεί το πραγματικό εμπόδιο.
Από την άλλη, καλό θα ήταν, αρχικά, να εξετάσει κανείς τα κέρδη και τις επενδύσεις που κάνει. Ας συγκρίνει πόσα χρήματα ξοδεύει ετησίως σε πράγματα που θα τον βοηθήσουν να αισθανθεί καλά επιφανειακά (αυτοκίνητα, ρούχα, διακοπές, ωραία δείπνα, δώρα κλπ.) με το κόστος που θα έχει η δουλειά που θα κάνει με τον ψυχολόγο μέσα από την ανάλυση της συμπεριφοράς, των σκέψεων και των συναισθημάτων του. Επιπλέον, ας σκεφτεί κανείς πόσα χρήματα θα μπορούσε να κερδίζει εάν γνώριζε και ανέπτυσσε το πλήρες δυναμικό του και ήταν στην πλεονεκτική θέση να αναιρέσει τα εμπόδια που τον κρατούν πίσω. Το να αντιμετωπίσει κανείς την ψυχολογική υποστήριξη ως μία επένδυση για την ψυχική του ευημερία που απαιτεί κάποιες μικρές θυσίες και μία πιο ορθολογική διαχείριση εσόδων δεν είναι κάτι εξωπραγματικό και ανέφικτο.
Ακόμη, αξίζει κανείς να συνυπολογίσει ότι τα συναισθηματικά προβλήματα και το στρες μας κάνουν αποδεδειγμένα περισσότερο επιρρεπείς και ευάλωτους σε ακόμη μεγαλύτερα προβλήματα υγείας, τα οποία μπορούν να επιφέρουν πολύ μεγάλα κόστη και αποχή από την εργασία. Επίσης, η βαρυθυμία και το άγχος επηρεάζουν την ποιότητα της καθημερινής μας ζωής. Εκτός του ότι δε νιώθει κανείς καλά, έχει προβλήματα συγκέντρωσης και προσοχής, τα οποία μπορεί να επιφέρουν σημαντικά λάθη, παραλείψεις και ατυχήματα. Επιπλέον, η δική μας κακή διάθεση επηρεάζει και τους γύρω μας. Δε θα μπορεί κανείς να είναι ο γονιός, ο σύντροφος ή ο φίλος που θα ήθελε. Και όταν αυτά τα θέματα αφεθούν να χρονίσουν, είναι σίγουρα επιβαρυντικό.
Από προσωπική εμπειρία μπορώ με βεβαιότητα να καταθέσω ότι αν κάποιος πραγματικά θέλει, θα βρει τον τρόπο να το κάνει και θα κρίνει αν αξίζει το κόστος. Αν κάτι μας δίδαξε η οικονομική κρίση στην οποία βρισκόμαστε είναι ότι στη ζωή υπάρχουν σημαντικότερα πράγματα από το χρήμα. Η ψυχική μας υγεία και ευημερία ανήκει σίγουρα σε αυτά.
Μάθετε Περισσότερα