Κατάθλιψη: τι είναι και πώς μπορεί να βοηθηθεί κάποιος (α’ μέρος)
Η κατάθλιψη αφορά μια διαταραχή η οποία επηρεάζει τη διάθεση και τις σκέψεις, και η οποία συνοδεύεται συνήθως από σωματικές ενοχλήσεις. Το άτομο με κατάθλιψη βιώνει αλλαγές στις διατροφικές του συνήθειες, στον ύπνο, στον τρόπο με τον οποίο βλέπει τον εαυτό του αλλά και στον τρόπο με τον οποίο σκέπτεται και αντιλαμβάνεται τις γύρω του καταστάσεις. Η κατάθλιψη δεν αφορά το φυσιολογικό καταθλιπτικό συναίσθημα το οποίο περνά γρήγορα και έχει μικρότερη ένταση. Στην κατάθλιψη το συναίσθημα αυτό υπάρχει σε μεγάλη ένταση, διαρκεί περισσότερο και οδηγεί σε έκπτωση της λειτουργικότητας του ατόμου στους περισσότερους τομείς της ζωής του.
Ποια είναι τα συμπτώματα της κατάθλιψης
Η κατάθλιψη χαρακτηρίζεται από μια σειρά συμπτώματα που επηρεάζουν πολλούς τομείς της ζωής του ατόμου. Όποιος έχει κατάθλιψη δεν εμφανίζει απαραίτητα όλα τα συμπτώματα της διαταραχής. Κάποια άτομα παρουσιάζουν πολλά, κάποια άλλα λιγότερα. Η σοβαρότητα των συμπτωμάτων διαφέρει από το ένα άτομο στο άλλο, αλλά και στο ίδιο το άτομο με την πάροδο του χρόνου. Πιο συγκεκριμένα, ένα άτομο με κατάθλιψη μπορεί να εμφανίσει τα παρακάτω συμπτώματα:
-Καταθλιπτική διάθεση. Διαρκεί το μεγαλύτερο μέρος της μέρας, σχεδόν κάθε μέρα, για ένα διάστημα δύο εβδομάδων.
-Απώλεια της ευχαρίστησης και μείωση του ενδιαφέροντος για δραστηριότητες που θεωρούνταν ευχάριστες κατά το παρελθόν.
–Άγχος. Κάποιες φορές εμφανίζεται με τη μορφή εσωτερικής δυσφορίας, φόβου και αισθήματος επικείμενου κινδύνου.
-Διαταραχές στον ύπνο. Το σύμπτωμα αυτό παρουσιάζεται με διάφορους τρόπους. Κάποια άτομα με κατάθλιψη κοιμούνται πάρα πολλές ώρες, κάποια δεν μπορούν να κοιμηθούν καθόλου και άλλα κάνουν πολύ ακανόνιστο ύπνο, δηλαδή ξυπνούν πολλές φορές κατά τη διάρκεια της νύχτας ή δυσκολεύονται να αποκοιμηθούν.
-Διαταραχές της όρεξης. Συνήθως η κατάθλιψη προκαλεί απώλεια της όρεξης με επακόλουθο την απώλεια βάρους. Σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να εμφανιστεί το αντίθετο σύμπτωμα, δηλαδή αυξημένη όρεξη για φαγητό και αυξημένο σωματικό βάρος, συνοδευόμενα από κρίσεις βουλιμίας με επεισόδια υπερφαγίας.
-Κόπωση, εξάντληση, απώλεια ενεργητικότητας. Συχνά το άτομο παραπονιέται ότι αισθάνεται κουρασμένο ή εξαντλημένο, σαν όλη η ενέργεια και ζωτικότητά του να το έχουν εγκαταλείψει. Μπορεί να παραμένει σε αδράνεια σε όλη τη διάρκεια της μέρας.
-Ελάττωση της σεξουαλικής διάθεσης. Ακόμη και αν το άτομο έχει σεξουαλικές επαφές, δεν επιθυμεί να κάνει σεξ και δεν αισθάνεται ευχαρίστηση.
-Ανημπόρια, απογοήτευση, ανησυχία και απαισιοδοξία για το μέλλον. Το άτομο τα βλέπει όλα μαύρα και θεωρεί ότι έτσι και θα παραμείνουν.
-Δυσκολία στη συγκέντρωση, τη σκέψη, τη μνήμη και τη λήψη αποφάσεων. Η ενασχόληση με τις καταθλιπτικές σκέψεις είναι τόσο έντονη και επηρεάζει σε τέτοιο βαθμό τη συγκέντρωση ώστε συχνά το άτομο αναφέρει ότι δυσκολεύεται να διαβάσει ή ακόμη και να παρακολουθήσει ένα τηλεοπτικό πρόγραμμα.
-Αισθήματα και σκέψεις ενοχής, αναξιότητας και χαμηλή αυτοεκτίμηση. Το άτομο κατηγορεί υπερβολικά τον εαυτό του για οτιδήποτε αρνητικό συμβαίνει ή θεωρεί ότι τιμωρείται για λάθη του παρελθόντος, ότι δεν αξίζει τίποτε κλπ.
-Σωματικά συμπτώματα που δεν εξηγούνται από ιατρικές εξετάσεις και δεν ανταποκρίνονται σε φαρμακευτική αγωγή. Τέτοια συμπτώματα είναι πονοκέφαλοι, πόνοι στη μέση, εμετός, ναυτία, κράμπες, δυσκοιλιότητα, πόνος στο στήθος, δυσκολία στην αναπνοή.
-Εμμονή σε σκέψεις θανάτου και αυτοκτονικές ιδέες. Κάποιες φορές το άτομο αισθάνεται τόσο απελπισμένο που σκέπτεται την αυτοκτονία. Η απόπειρα αυτοκτονίας είναι η πλέον σοβαρή και επικίνδυνη επιπλοκή της κατάθλιψης. Σε άτομα με βαριά κατάθλιψη είναι ιδιαίτερα αυξημένος ο κίνδυνος αυτοχειρίας.
Για να δοθεί η διάγνωση της κατάθλιψης θα πρέπει να υπάρχουν τουλάχιστον πέντε από τα συμπτώματα που αναφέρθηκαν. Σε αυτά θα πρέπει οπωσδήποτε να περιλαμβάνονται η καταθλιπτική διάθεση και η απώλεια ευχαρίστησης (ανηδονία).
Πώς αντιμετωπίζεται η κατάθλιψη
Η χρήση αντικαταθλιπτικών φαρμάκων είναι πολύ πιθανό να μειώσει τα συμπτώματα της κατάθλιψης που σχετίζονται με το αυτόνομο νευρικό σύστημα, δηλαδή τη διαταραχή στην όρεξη και την απώλεια βάρους, τη δυσκολία στον ύπνο, τη μειωμένη ενεργητικότητα, την ελαττωμένη σεξουαλική διάθεση, την απώλεια ευχαρίστησης, την επιβράδυνση της σκέψης, του λόγου και των κινήσεων, τον εκνευρισμό, την ανησυχία, την ένταση, τις μεταβολές της συναισθηματικής διάθεσης κατά τη διάρκεια της ημέρας.
Οι ψυχοθεραπευτικές παρεμβάσεις βοηθούν κυρίως στη μείωση των «ψυχολογικών» συμπτωμάτων της κατάθλιψης, όπως η χαμηλή αυτοεκτίμηση, η έλλειψη ελπίδας, το αίσθημα ανημπόριας, τα συναισθήματα ενοχής, οι αυτοκτονικές σκέψεις. Αυτή η βελτίωση πετυχαίνει με τη σειρά της την ανακούφιση των «σωματικών» συμπτωμάτων.
Χρησιμοποιούνται τεχνικές που αποσκοπούν να αυξήσουν τις δραστηριότητες από τις οποίες ο ασθενής αντλεί ευχαρίστηση και ικανοποίηση. Ακόμη, το άτομο βοηθιέται να αναπτύξει δεξιότητες και ικανότητες προκειμένου να αντιμετωπίζει πιο αποτελεσματικά τα δύσκολα γεγονότα ζωής, καθώς και να ανακτήσει τις κοινωνικές του δεξιότητες όταν αυτές έχουν εκλείψει. Επίσης, το άτομο διδάσκεται νέους τρόπους συμπεριφοράς, κυρίως όμως η προσπάθεια επικεντρώνεται στην αλλαγή του λανθασμένου τρόπου σκέψης, ο οποίος θεωρείται χαρακτηριστικός της κατάθλιψης, και στην αντικειμενικότερη αξιολόγηση της πραγματικότητας.
Συνεχίζεται… εδώ
Μάθετε ΠερισσότεραΦοβίες: πώς δημιουργούνται και τι τις συντηρεί
Οι φοβίες αφορούν σε επίμονους και παράλογους φόβους για συγκεκριμένα αντικείμενα, χώρους ή καταστάσεις, σε αντίθεση με τους φόβους απέναντι σε πραγματικούς κινδύνους (πχ. φόβος να βάλετε το χέρι σας σε μια καυτή επιφάνεια). Εκείνο το οποίο κυρίως χαρακτηρίζει τη συμπεριφορά του ατόμου που έρχεται σε επαφή με το «φοβικό» αντικείμενο, τη «φοβική» κατάσταση ή τη «φοβική» δραστηριότητα είναι ότι κάνει το οτιδήποτε για να τ’ αποφύγει. Υιοθετεί δηλαδή μια συμπεριφορά αποφυγής απέναντι στο φοβικό αντικείμενο, η οποία συχνά επηρεάζει αρνητικά τη λειτουργικότητά του. Εάν, όμως, η αποφυγή δεν επηρεάζει τη λειτουργικότητα του ατόμου στις καθημερινές του δραστηριότητες, τότε η φοβική συμπεριφορά δεν αποτελεί διαταραχή.
Το ποσοστό των ατόμων που παρουσιάζουν κάποια φοβία φαίνεται να είναι μεγάλο στο γενικό πληθυσμό (πιο συχνά στις γυναίκες), όμως μιας και δεν υπάρχει μεγάλη έκπτωση της λειτουργικότητάς τους δεν αναζητούν τη βοήθεια ειδικού.
Ποια είναι τα συμπτώματα της φοβίας
Τα συμπτώματα των φοβιών εκδηλώνονται σε τρία επίπεδα, στο σώμα, στη συμπεριφορά και τη σκέψη:
Το άτομο που πάσχει από κάποια φοβία, όταν έρχεται ή πρόκειται να έρθει αντιμέτωπο με το αντικείμενο ή την κατάσταση που φοβάται, εμφανίζει ταχυκαρδία, εφίδρωση, τρέμουλο, γρήγορη αναπνοή, μυϊκές συσπάσεις, αδυναμία, ναυτία, ζάλη, αίσθημα πανικού. Ειδικά στη φοβία του αίματος παρατηρούνται διαφορετικά συμπτώματα: απότομη πτώση της πίεσης, κρύος ιδρώτας και συχνά λιποθυμία. Αυτή η φοβία απαιτεί λόγω των ιδιαίτερων συμπτωμάτων της τη βοήθεια γιατρού.
Όταν έρχεται ή πρόκειται να έρθει αντιμέτωπο με το αντικείμενο ή την κατάσταση που φοβάται (ζώο, ύψος, κλειστός χώρος κλπ.), το άτομο είτε προσπαθεί να απομακρυνθεί αμέσως είτε «παγώνει». Συνήθως αποφεύγει εντελώς τις καταστάσεις στις οποίες υπάρχουν ή είναι πιθανό να συναντήσει τα αντικείμενα για τα οποία αισθάνεται φόβο.
Το άτομο με φοβία, όταν έρχεται ή πρόκειται να έρθει αντιμέτωπο με το αντικείμενο ή την κατάσταση που φοβάται, κάνει μια σειρά από αυτόματες σκέψεις οι οποίες εμπεριέχουν το στοιχείο της απειλής. Οι σκέψεις αυτές είναι τρομακτικές και προκαλούν φόβο (πχ. «ο σκύλος θα με φάει») ή διαστρεβλωμένες (πχ. το άτομο με φοβία για τις κατσαρίδες ίσως έχει την αίσθηση ότι οι διαστάσεις τους είναι μεγαλύτερες απ’ ό, τι στην πραγματικότητα).
Πώς αποκτούνται οι φοβίες
Οι φοβίες «μαθαίνονται» και η μάθησή τους γίνεται με τρεις τρόπους:
Παρατηρώντας τις αντιδράσεις των άλλων μαθαίνει κανείς να φοβάται συγκεκριμένα αντικείμενα ή καταστάσεις.
Ακόμη, το άτομο μαθαίνει να φοβάται καταστάσεις στις οποίες κάποτε βίωσε μια δυσάρεστη εμπειρία που του προκάλεσε φόβο.
Πολλές φορές κανείς φοβάται αντικείμενα ή καταστάσεις που δεν έχει αντιμετωπίσει προσωπικά, αλλά έχει απλώς ακούσει άλλους να τα βλέπουν με φόβο και να τα αποφεύγουν.
Σε όλες τις καταστάσεις καθοριστικό ρόλο παίζει ο τρόπος με τον οποίο το άτομο ερμήνευσε την εμπειρία του.
Τι συντηρεί μια φοβία
Οι φοβίες συντηρούνται και εντείνονται μέσω ενός φαύλου κύκλου. Ανεξάρτητα από το πώς οι φοβίες ξεκίνησαν και αναπτύχθηκαν, ο μηχανισμός που τις συντηρεί είναι η αποφυγή. Με δεδομένο ότι η πιο συχνή αντίδραση είναι η αποφυγή του αντικειμένου ή της κατάστασης που φοβάται, το άτομο δε δίνει στον εαυτό του την ευκαιρία να αντιμετωπίσει το φοβικό αντικείμενο ή τη φοβική κατάσταση και να διαπιστώσει κατά πόσο οι σκέψεις του είναι ρεαλιστικές. Αυτή η συμπεριφορά αυξάνει το άγχος, το φόβο και τις απειλητικές σκέψεις γι’ αυτήν την κατάσταση. Η εμπειρία αυτή τελικά «επιβεβαιώνει» στο άτομο την αντίληψή του ότι δεν μπορεί να αντιμετωπίσει τη φοβία του και ενισχύει τη συμπεριφορά αποφυγής.
Όταν η φοβία για ένα αντικείμενο ή κατάσταση επιμένει στο χρόνο, με αποτέλεσμα να γίνεται αφόρητη και να επηρεάζει σε σημαντικό βαθμό τις καθημερινές δραστηριότητες τότε το άτομο θα πρέπει να αναζητήσει τη βοήθεια ειδικού. Για παράδειγμα, εκείνος που αποφεύγει οποιαδήποτε κατάσταση στην οποία υπάρχει περίπτωση να δει σκύλο μάλλον ταλαιπωρείται καθημερινά. Κι αυτό γιατί κάθε φορά που βγαίνει έξω, πρέπει να σκέφτεται εκ των προτέρων τις διαδρομές τις οποίες θα ακολουθήσει ώστε να αποφύγει τελείως μέρη όπου υπάρχουν σκυλιά (σπίτια, πάρκα, καταστήματα με κατοικίδια κλπ.) και πιθανόν να χρειάζεται να έχει και κάποιον άλλο μαζί του σε περίπτωση που συναντήσει έναν αδέσποτο σκύλο.
Η θεραπεία βοηθά το άτομο να αντιμετωπίσει τις σωματικές αντιδράσεις της φοβίας και να τροποποιήσει τις σκέψεις καθώς και τη συμπεριφορά που τη διαιωνίζουν.
Διαβάστε ακόμη:
Μάθετε Περισσότερα
Ποια είναι τα συμπτώματα του άγχους
Οι βασικές συνέπειες του άγχους αφορούν σε σωματικό, ψυχολογικό αλλά και σε συμπεριφορικό επίπεδο:
Σωματικά συμπτώματα: πονοκέφαλοι, ξηρότητα του στόματος, υπέρταση, πόνοι στο στήθος, βήχας, ασθματικές καταστάσεις, μυϊκοί πόνοι, αίσθημα κόπωσης, δυσπεψία, κοιλιακοί πόνοι, διάρροια, ξηρότητα του δέρματος, αϋπνία, εφίδρωση χωρίς λόγο, δύσπνοια, μείωσης σεξουαλικής επιθυμίας, σεξουαλική δυσλειτουργία.
Ψυχολογικά συμπτώματα: ευερεθιστότητα, έλλειψη ενδιαφέροντος για τη ζωή, αίσθημα αποτυχίας, φόβος για το μέλλον, δυσκολίες στη συγκέντρωση.
Εκδηλώσεις στη συμπεριφορά: αποφυγή δραστηριοτήτων, αυξημένη κατανάλωση τοξικών ουσιών, επιθετικότητα, υπερβολική ή μειωμένη κατανάλωση τροφής, ροπή προς ατυχήματα.
Διαβάστε ακόμη:
Μάθετε Περισσότερα